Τρίτη 25 Αυγούστου 2015

Εντελώς προσωπικό: Το κλίμα των ημερών


Το πρώτο μας "ραντεβού" ήταν την ημέρα που έπεσε η κυβέρνηση

Κυριακή πρωί. Υπό κανονικές συνθήκες μισώ τις Κυριακές. Στην παρούσα φάση, τίποτα δεν είναι κανονικό. Με πιάνω κατά βάθος να το απολαμβάνω. Φτιάχνω καφέ για δύο και ταυτόχρονα, έχω να παίζει στη διαπασών ένα τραγουδάκι που το'χω συμπαθήσει πολύ, τώρα τελευταία.

"Είμαι από σπάνιο κι εξωτικό χαρμάνι
και να με ψήνεις, να με καις πια δεν μου φτάνει.
Βαρύ γλυκό τώρα θα πίνεις τον καφέ σου,
να απαλύνεις της καρδιάς σου το αγκάθι..."
Παρόλο που δεν έχω κοιμηθεί πολύ, το κέφι μου βρίσκεται στο ζενίθ. Είναι που ξέρω πως εσύ κοιμάσαι στο κρεβάτι μου. Είναι που λίγο πριν ήμασταν αγκαλιά. Σαν γεγονός μου φαίνεται ανεκδιήγητο. Σκέφτομαι πως αν με ρωτήσει κανείς πως αισθάνομαι τις τελευταίες μέρες, θα δηλώσω πως είμαι καλά, όπως κάνουν όλοι οι διάσημοι και θα απομακρυνθώ γρήγορα από το πλάνο. Χορεύω λοιπόν καθώς κουνάω το shaker, όπως ίσως θα χόρευε κάποιος που δε ξέρει τι του γίνεται και δεν του καίγεται καρφί γι'αυτό - μήπως είναι ανόητο; Μήπως είμαι ανόητη;

Ξυπνάς κι έρχεσαι κοντά μου. Μ'αγκαλιάζεις τρυφερά και μου λες "καλημέρα" αφήνοντας κι ένα φιλί στο λαιμό μου. Ο σαρκασμός ξυπνάει μέσα μου. Είναι λες και βρίσκομαι σε αμερικανική κομεντί των '00s. Και για κάποιο λόγο, το γουστάρω. Τι δεν πάει καλά με εμένα; Μα να ζω το προσωπικό μου κλισέ ρομάντζο και να το απολαμβάνω κιόλας από πάνω;

Παρόλα αυτά, δε γίνεται να μη σκεφτώ ότι είσαι πολύ όμορφος, ότι είμαι τυχερή που ξυπνάς στο σπίτι μου, ότι είσαι... Ω, ΑΣ ΜΟΥ ΚΛΕΙΣΕΙ ΚΑΠΟΙΟΣ ΤΟ ΣΤΟΜΑ.

Τετάρτη. Ταξίδεψα, γύρισα Ιωάννινα, πήγα σπίτι και σε χρόνο dt άρχισα να ετοιμάζομαι σαν τη τρελή για να σε συναντήσω. Δοκίμαζα ρούχα, βαφόμουν και παράλληλα, άκουγα από τη τηλεόραση το διάγγελμα του Τσίπρα. "Θα βγούμε έπειτα από τόσα χρόνια καψούρας και πέφτει η κυβέρνηση. Μήπως είναι κάποιος οιωνός;", αναρωτιόμουν.

Βρεθήκαμε σε μαγαζί με χαμηλό φωτισμό κι έντεχνη μουσική. Δε γινόταν να μη σκεφτώ και το παράλογο της υπόθεσης. Εμείς σε τέτοιο μαγαζί; Σπάσαμε την μεταξύ μας αμηχανία με βεβιασμένο χιούμορ κι έπειτα, βρεθήκαμε να μιλάμε για τα παλιά. Κι όλο αυτό μας έβγαινε αβίαστα. Σαν να'ταν κουβέντες που τις προετοιμάζαμε εδώ και χρόνια. Κάποια στιγμή, βουρκώσαμε και οι δυο και βρεθήκαμε να σκουπίζουμε ο ένας τα δάκρυα του άλλου και να προσφέρουμε απλόχερα χάδια τρυφερά που τόσα χρόνια τα κρύβαμε με τέχνη. "Μην κλαις, είμαι εδώ τώρα." διαβεβαίωσαμε ο ένας τον άλλο σε διαφορετικές στιγμές. Φιλιόμασταν και γινόμασταν θέαμα στους υπόλοιπους -ήσυχους- θαμώνες του μπαρ.

"Τι κουλό ραντεβού", σκέφτηκα αργότερα και χαμογέλασα ευχαριστημένη.

Μεθύσαμε και βρεθήκαμε σε άλλο μαγαζί χωρίς να καταλάβουμε καλά-καλά το πως. Έπαιζαν τα λαϊκά, τα σκυλάδικα και τα σουξέ που ακούγαμε όλο το προηγούμενο χρόνο στο μπαρ που συχνάζαμε. Γελάγαμε με τη γελοιότητα κάποιων στίχων και εξομολογούμασταν σε ποια ακριβώς τραγούδια σκεφτόμασταν ο ένας τον άλλο. Έπαιξε και το ''λιωμένο παγωτό''.

"...οπότε λέω θα φύγω,
είχα πει θα φύγω, είχα πει...
κι όμως είμαι ακόμα εδώ
και αυτό το καλοκαίρι..."



Ως γνωστόν, το τραγούδι αναφέρεται στην εξάρτηση από τα ναρκωτικά. Ωστόσο, εμείς, οι κοινοί θνητοί, το πήραμε και σε εκείνη τη φάση, το χαραμίσαμε για τον έρωτα μας. Μα, τι πεζοί. Ή ίσως και όχι.

Όταν φύγαμε, είχε σχεδόν ξημερώσει και ήμασταν και οι δυο κομμάτια από το ποτό. Με κορόϊδευες για κνίτισσα κι εγώ εσένα για νεοφιλελεύθερο και άρχισα να σου τραγουδάω καταμεσής των άδειων δρόμων το ''Πάγωσε η τσιμινιέρα''. Ήξερες κι εσύ τους στίχους και άρχισες να το τραγουδάς μαζί μου. Με ξάφνιασες.

Στο σπίτι, έβαλες το ''Δε ζητάω πολλά'' και μου ζήτησες να το χορέψουμε, ενώ παράλληλα μου τραγουδούσες τους στίχους. "Σου αφιερώνω Μαραβέγια",μου είπες,"γιατί τον αποκαλείς νεοφιλελεύθερο, όπως άλλωστε κι εμένα. Αν και δεν ήξερα αν ήθελα να σου αφιερώσω αυτό ή τη Λόλα".

Θεέ μου.Είσαι καλύτερος απ'ό,τι φανταζόμουν.
¨
Ύστερα, κάναμε έρωτα και μετά απ'αυτό εσύ δεν μιλούσες και σε ρώτησα -ανόητα- τι σκέφτεσαι και τι νιώθεις (λες κι εγώ ήξερα...) κι εσύ δίστασες για λίγο μέχρι να μου απαντήσεις με μια ατάκα απ'τα "Φτηνά Τσιγάρα".

"Ίσως το μόνο που θέλω να σου αποδείξω είναι πως δεν είμαι -τελικά- ο άντρας της ζωής σου. Είμαι γελοίος,ε;"

Γαμώτο. Όχι, δεν είσαι γελοίος.

Για να είμαι ειλικρινής, εγώ δε ξέρω πως στο διάολο αισθάνομαι με όλα αυτά. Πάντως, έχω γίνει πιο χαζοχαρούμενη και πιο αλκοολική απ'ό,τι συνήθως.

Το να κοιμόμαστε μαζί και να με κρατάς αγκαλιά ή να με καθησυχάζεις όταν βλέπω εφιάλτες, το να σε κοιτάζω στα μάτια και να διαπιστώνω πως τελικά δεν έπεσα σε τίποτα έξω, το να μαλώνουμε για βλακείες και μετά από δυο ώρες να συναντιόμαστε ξανά μετανιωμένοι, είναι για μένα πράγματα που ακόμα δεν είμαι σε θέση να τα περιγράψω με τις λέξεις που γνωρίζω.Μην νομίζεις πως δε ξέρω που και πως έχουμε μπλέξει. Είναι παράξενα, δύσκολα, μα και όμορφα. 

Κι όσο και αν φοβάμαι να προχωρήσω τυπικά σε κάτι "σοβαρό" μαζί σου, νιώθω συνήθως καλά με αυτό που έχουμε τώρα, παρόλο που δε γίνεται να το χαρακτηρίσουμε κάπως.
Εγώ, δηλαδή, να σου λέω να κόψεις το τσιγάρο για να σε εκνευρίσω κι εσύ να μου λες πως θα προσπαθήσεις και να το σβήνεις βιαστικά. Εσύ να μου κάνεις ανυπόστατες σκηνές ζήλειας για φίλους και γνωστούς,εγώ να προσπαθώ να σε προκαλέσω με τη στάση μου κι εσύ στο τέλος, να παριστάνεις τον άνετο. Να ακούμε τραγούδια μαζί στο μπαλκόνι και να δακρύζουμε με όσα κουβαλάμε μέσα μας ο ένας για τον άλλο και δε τα'χουμε πει ακόμα. -Ξέρουμε πως τις συζητήσεις που θα μας πονέσουν περισσότερο δεν τις κάναμε ακόμη.-

Να, όπως χθες, με το "Μη με φοβάσαι". Στο τέλος με κοίταξες και μου είπες "Παράξενος Αύγουστος,ε;" Και δε γινόταν να μη συμφωνήσω.

Δε ξέρω αν θα καταλήξει κάπου όλο αυτό. Έχω την αίσθηση πως για ιδεολογικούς κυρίως λόγους δε θα μπει σε συμβατικά καλούπια. Έχω, επίσης, το προαίσθημα πως όλα θα πάνε χάλια. Αλλά δεν με νοιάζει, με την έννοια, ότι αυτό που εγώ ζω μαζί σου τώρα, έπειτα από τόσο καιρό που ήμασταν ερωτευμένοι ο ένας με τον άλλο, ίσως να μη το ξαναζήσω και ίσως άλλοι να μη το ζήσουν ποτέ. Εσύ με ευχαρίστησες γι'αυτό, εγώ όχι ακόμα.

Ξημερώνει και τώρα θα'ρθεις πάλι όπου να'ναι. Μαλώσαμε πριν από λίγες ώρες, τα βρήκαμε κι έρχεσαι. Ίσως πάλι να γίνουμε ρεζίλι στην απέναντι.

Με ρώτησες χθες, τι θα γίνει αν πάνε όλα στραβά μεταξύ μας. Πως θα κοιτάμε ο ένας στον άλλο στα μάτια.
Δε θα σε ξανακοιτάξω στα μάτια μετά απ'όλα αυτά, αγάπη μου.




Υ.Γ. Για σένα, που μου πρότεινες να γράψω για τις μέρες αυτές μη τυχόν και τις ξεχάσουμε, κάποτε.
Λες να μπορούσε να συμβεί αυτό;

2 σχόλια:

  1. Για ποιες εκλογές ακριβώς μιλάμε; Όχι, το ρωτάω για να τοποθετήσω χρονικά τα συμβάντα και με τόσες εκλογές τελευταία, έχω μπερδευτεί η μεσήλιξ!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. χαχαχαχαχ εύστοχο! :p

      Για τις τελευταίες-κρίσιμες πάντα, βεβαίως-βεβαίως.

      Διαγραφή